Skip to main content
Φορέας εξώδικης επίλυσης διαφορών χρηματοοικονομικής φύσης

Φορέας εξώδικης επίλυσης διαφορών χρηματοοικονομικής φύσης


Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με το Νόμο 84 (Ι)/2010

Με το Νόμο 84(Ι)/2010 συστάθηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με τίτλο «Ενιαίος Φορέας Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης».

Σκοπός του Φορέα ο οποίος έχει έδρα τη Λευκωσία είναι να επιλαμβάνεται παραπόνων από καταναλωτές εναντίον χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων όπως είναι, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά. όπως επίσης και να διορίζει διαμεσολαβητή σε περιπτώσεις διαδικασίας αναδιάρθρωσης πιστωτικών διευκολύνσεων.

Ξεκινώντας από τις διαδικασίες που αφορούν αναδιάρθρωση πιστωτικών διευκολύνσεων, οι πιστωτικές διευκολύνσεις που καλύπτονται από τον συγκεκριμένο Νόμο αφορούν δάνειο ή όριο υπερανάληψης ή όριο πιστωτικής κάρτας συνολικού ύψους €350.000 το οποίο είναι εξασφαλισμένο με υποθήκη ή με σύμβαση εκχώρησης εξασφάλισης επί της κύριας κατοικίας του χρεώστη. Αφορούν επίσης χρηματοδοτική μίσθωση της κύριας κατοικίας του χρεώστη συνολικού ύψους €350.000.

Η σημαντική καινοτομία που εισάγεται με τον συγκεκριμένο Νόμο είναι ότι κανένα πιστωτικό ίδρυμα δεν μπορεί να ξεκινήσει δικαστική διαδικασία ή διαδικασία πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου με πλειστηριασμό ή διαδικασία λήψης κατοχής ή πώλησης ακινήτου σε σχέση με τις πιστωτικές διευκολύνσεις που καλύπτονται από τον Νόμο, εκτός εάν ο χρεώστης δεν ασκήσει κανένα από τα δικαιώματα που του παρέχονται με τον συγκεκριμένο Νόμο εντός των προθεσμιών που καθορίζονται.

Περιπτώσεις στις οποίες κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης εκδόθηκε δικαστική απόφαση ή βρίσκεται σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία ή διαδικασία πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου με πλειστηριασμό ή διαδικασία λήψης κατοχής ή εκποίησης ακινήτου, δεν επηρεάζονται από τις πρόνοιες του Νόμου.

Το δικαίωμα που έχει ο χρεώστης σύμφωνα με τον Νόμο είναι να υποβάλει αίτηση, κατά τον τρόπο που καθορίζεται στο Νόμο, προς τον Επίτροπο του Φορέα ζητώντας να διορίσει διαμεσολαβητή του οποίου ο ρόλος θα είναι να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου τα δυο μέρη να καταλήξουν σε συμφωνία σε σχέση με την αναδιάρθρωση των πιστωτικών διευκολύνσεων. Μετά το πέρας της διαδικασίας διαμεσολάβησης, το πιστωτικό ίδρυμα υποβάλλει πρόταση προς τον χρεώστη. Η όλη διαδικασία δεν δύναται να υπερβαίνει τον 1 μήνα ή τους 2 εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι προς ικανοποίηση του Επιτρόπου.

Η άλλη πτυχή εξουσιών του Φορέα αφορά την υποβολή παραπόνου από καταναλωτές κατά χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων.

Στον όρο «Καταναλωτής» περιλαμβάνονται φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα ή φιλανθρωπικά ιδρύματα ή σωματεία ή ενώσεις προσώπων των οποίων ο κύκλος εργασιών κατά το έτος πριν την υποβολή παραπόνου στον Φορέα δεν υπερβαίνει τις €250.000 ή καταπιστεύματα ή ταμεία προνοίας των οποίων το καθαρό ενεργητικό κατά το έτος πριν την υποβολή παραπόνου στον Φορέα δεν υπερβαίνει τις €250.000.  

Σύμφωνα με το Νόμο, καταναλωτής ο οποίος κατά την άποψη του έχει υποστεί ζημιά από πράξη ή παράλειψη της χρηματοοικονομικής επιχείρησης μπορεί να υποβάλει το παράπονό του προς την χρηματοοικονομική επιχείρηση εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στον Νόμο και η χρηματοοικονομική επιχείρηση αφού επιληφθεί του παραπόνου εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στον Νόμο κοινοποιεί την απόφασή της στον καταναλωτή.

Σε περίπτωση που η απάντηση της χρηματοοικονομικής επιχείρησης δεν ικανοποιεί τον καταναλωτή ή σε περίπτωση που η χρηματοοικονομική επιχείρηση δεν απαντήσει καθόλου στον καταναλωτή εντός της προθεσμίας που θέτει ο Νόμος, τότε ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να υποβάλει το παράπονό του στον Φορέα σύμφωνα με τον τύπο που προνοείται στον Νόμο.

Κατά την λήψη του παραπόνου, ο Επίτροπος ενημερώνει γραπτώς την χρηματοοικονομική επιχείρηση την οποία αφορά το παράπονο και ζητά εγγράφως πριν από την έναρξη εξέτασης του παραπόνου και από τα δυο μέρη να δηλώσουν γραπτώς ότι αποδέχονται την απόφαση του Επιτρόπου ως δεσμευτική. Σε αντίθετη περίπτωση, η απόφαση δεν θεωρείται δεσμευτική.

Ο Επίτροπος εξετάζει το παράπονο έχοντας ως στόχο τη διαμεσολάβηση για διακανονισμό του παραπόνου. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης του παραπόνου, ο Επίτροπος εκδίδει την απόφασή του και ζητεί και από τα δυο μέρη να δηλώσουν εάν αποδέχονται την απόφαση. Σε περίπτωση που την αποδέχονται, η απόφαση καθίσταται τελική και σε περίπτωση που η απόφαση είναι προς όφελος το καταναλωτή αλλά η χρηματοοικονομική επιχείρηση δεν συμμορφώνεται, ο καταναλωτής δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα κατά της χρηματοοικονομικής επιχείρησης.

Σε περίπτωση που οποιοδήποτε από τα δύο μέρη ή και τα δύο δεν αποδέχονται την απόφαση του Επιτρόπου, η απόφαση αυτή δεν έχει καμία δεσμευτική ισχύ.

Από το σύνολο των διατάξεων του Νόμου, φαίνεται ότι η πρόθεση είναι να τηρούνται συνοπτικές διαδικασίες και η κάθε διαδικασία να ολοκληρώνεται σύντομα.

Σε ισχύ βρίσκεται η διαδικασία υποβολής αιτήσεων που αφορούν αναδιαρθρώσεις αλλά η διαδικασία υποβολής παραπόνου από καταναλωτές δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ,.    

Αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον η λειτουργία του εν λόγω θεσμού και η διαπίστωση κατά πόσο πράγματι οι καινοτόμες αυτές διαδικασίες θα βοηθήσουν στην εξεύρεση λύσης μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και των καταναλωτών.

neokleous 18619


Αναζήτηση