Περί Νομικής Αρωγής Νόμος (Ν.165(Ι) / 2002)
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν.165(Ι) / 2002).
Στόχος του παρόντος άρθρου είναι να θίξει το πρόβλημα καταμερισμού των νομικών αρωγών αναφορικά με τον διορισμό δικηγόρων, οι οποίοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, όντας αμειβόμενοι από την Κυπριακή Δημοκρατία όταν το άτομο που χρειάζεται πρόσβαση στην δικαιοσύνη, είναι οικονομικά ασθενές.
Ο τρόπος διαχείρισης των κονδυλίων περί νομικής αρωγής, που περιλαμβάνονται στον Προϋπολογισμό της Δικαστικής Υπηρεσίας, το ύψος της οποίας ανέρχεται περίπου 1 εκ. τον χρόνο, φαίνεται να είναι άκρως προβληματικός καθώς και κατακριτέος. Η αδιαφορία δε ως προς την λύση αυτού όπως θα διαπιστωθεί κατωτέρω, προκαλεί αγανάκτηση και δημιουργεί υποψίες. Σκοπός του δε, είναι να εισηγηθεί την τροποποίηση και την άμεση μεταρρύθμιση στον τρόπο διαχείρισης των κονδυλίων περί Νομικής Αρωγής και να παραθέσει και ορισμένες εισηγήσεις, εάν και αυτές θα έπρεπε ήδη να είχαν συζητηθεί και δρομολογηθεί.
Είναι φανερό ότι η φθορά του δικηγορικού επαγγέλματος από το εύκολο κέρδος δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο, όπως επίσης πασιφανές είναι και το γεγονός ότι ορισμένη μερίδα δικηγόρων εμφανίζεται ιδιαίτερα ευρηματική σε νομικά τεχνάσματα προκειμένου να μεγιστοποιήσει τις αποδοχές της.
Εντύπωση δε προκαλεί η ανοχή που επιδεικνύουν οι αρμόδιοι. Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι υπάρχει κενό στον έλεγχο, παρόλα αυτά η διαδικασία παραμένει η ίδια. Εν έτη 2022 συζητάμε ακόμα το θέμα των Νομικών Αρωγών, ενώ από το 2014 η Επιτροπή Ελέγχου έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για το φαινόμενο διαπλοκής ορισμένων δικηγόρων, ώστε να τυγχάνουν επιλογής για Νομική Αρωγή από αλλοδαπούς. Μάλιστα, είχε λεχθεί από τον τότε Πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, κύριο Δώρο Ιωαννίδη, ότι «υπάρχει κύκλωμα που ενδημεί σε όλες τις Αστυνομικές Διευθύνσεις, στα ανακριτικά γραφεία, το ΤΑΕ και το τμήμα μικροπαραβάσεων». Η δήλωση αυτή προερχόταν από ένα πρόσωπο που εκπροσωπεί τον νομικό κόσμο της χώρας μας, και η φωνή του θα έπρεπε να είχε μία βαρύτητα.
Σαφώς, δεν παραγνωρίζεται το γεγονός ότι κάθε δικαιούχος νομικής αρωγής, με βάση το Σύνταγμα, έχει το δικαίωμα επιλογής και του δικηγόρου που θα του την προσφέρει. Παρόλα αυτά, το κατοχυρωμένο αυτό δικαίωμα, υπόκειται σε εύλογους περιορισμούς, όταν τίθεται το θέμα της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, που αποσκοπεί στον δίκαιο και ισότιμο διαμερισμό των νομικών αρωγών.
Προς ενίσχυση της ανωτέρω θέσης, ότι δηλαδή το δικαίωμα του ατόμου στην επιλογή του συνηγόρου υπεράσπισης υπόκειται σε περιορισμούς, έχει κατοχυρωθεί νομολογιακά ουκ ολίγες φορές. Συγκεκριμένα, το Στρασβούργο, στην πάγια νομολογία του υιοθετεί την προαναφερόμενη άποψη λέγοντας ότι το δικαίωμα υπεράσπισης από δικηγόρο της επιλογής του ατόμου, δεν είναι απόλυτο, αλλά μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς, όταν το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί. (Croissant v. Germany (Application No. 13611/88), judgment of 25 September 1992, Lagerblom v Sweden (Application No. 26891/95, judgement of 14 January 2003, Re Efthymiou (1987) 1 CLR 17).
Είναι αρκετά τα σκάνδαλα και τα φαινόμενα που καταδεικνύουν ότι το θέμα των αμοιβών των δικηγόρων από τις νομικές αρωγές, κάθε άλλο παρά έχει ρυθμιστεί οριστικά. Αναφερόμαστε σε μια μερίδα δικηγόρων που λαμβάνουν δεκάδες χιλιάδες ευρώ ανά έτος τα τελευταία χρόνια, φαινόμενο που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει τεράστιο πρόβλημα στον ορθό καταμερισμό της πίτας των Νομικών Αρωγών, με επακόλουθο να επωφελείται από αυτή μόνο μια ομάδα δικηγόρων. Τα νούμερα και τα ποσά είναι πολύ καλά γνωστά σε όλους μας. Τέτοιου είδους φαινόμενα παραβιάζουν κατάφωρα τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, καθώς και της αρχής της προστασίας του ανταγωνισμού.
Ο θεσμός της δικηγορίας αποτελεί λειτούργημα σύμφυτο με την απονομή της δικαιοσύνης. Συνεπώς, τέτοιου είδους φαινόμενα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι ίδιοι λειτουργοί της δικαιοσύνης, εκμεταλλεύονται την έννοια παροχής του θεσμού αυτού. Οι δικηγορικές αμοιβές, μέσω των νομικών αρωγών, αποτελούν μια πραγματικότητα που δεν μπορεί πλέον να παραβλεφθεί και θα πρέπει να περιορίζονται στο εξής από νομοθετικές παρεμβάσεις, οι οποίες θα ρυθμίζουν τον τρόπο παροχής τους. Αυτό που εύλογα αναμένεται και θα πρέπει να τύχει μεταρρύθμισης, είναι ο τρόπος και η διαδικασία με την οποία αυτή θα παραχωρείται, δηλαδή θα πρέπει να διατηρηθεί και να εφαρμοστεί σωστά η νομική αρωγή, προς όφελος του πολίτη. Βασική επιδίωξη οφείλει να είναι η δημιουργία ενός διευρυμένου, αλλά και βιώσιμου πλαισίου για οικονομικά ασθενή μέλη της κοινωνίας μας, και όχι η εκμετάλλευση της απρόσκοπτης πρόσβασης στην δικαιοσύνη από μια ομάδα λειτουργών της.
Η ενεργός συμμετοχή των Δικηγορικών Συλλόγων, δεν θα πρέπει να εκλείπει από την εξίσωση. Η κατάστρωση πίνακα δικηγόρων υπεράσπισης από τους Δικηγορικούς Συλλόγους κάθε επαρχίας είναι απαραίτητη καθώς σε περίπτωση διορισμού δικηγόρου, η επιλογή γίνεται βάσει καταστάσεως που καταρτίζει ο Δικηγορικός Σύλλογος κάθε επαρχίας. Εν ολίγοις, κάθε Δικηγορικός Σύλλογος, θα μπορούσε να συντάσσει μηνιαία κατάσταση των δικηγόρων του επόμενου μήνα και να την αποστέλλει στο αρμόδιο Δικαστήριο. Εννοείται ότι, οι δικηγόροι θα πρέπει να ορίζονται με αλφαβητική σειρά από την αντίστοιχη κατάσταση του Δικηγορικού Συλλόγου. Παράλληλα, διασφαλίζεται ότι κάθε δικηγόρος θα χρεώνεται ένα συγκεκριμένο αριθμό, για παράδειγμα 30 υποθέσεις (ο αριθμός είναι απλά ενδεικτικός) έως την εξάντληση του πίνακα, ώστε να αποφεύγεται η διακριτική μεταχείριση και αντιδεοντολογική εκμετάλλευση του θεσμού. Περιττό να σημειωθεί, ότι ως μια υπόθεση θεωρείται και η συνεκδίκαση περισσοτέρων υποθέσεων του ίδιου προσώπου ή περισσοτέρων προσώπων λόγω ομοδικίας, ή συνάφειας.
Στις περιπτώσεις όπου ο κατηγορούμενος/εναγόμενος για οποιουσδήποτε λόγους επιθυμεί να αιτηθεί αλλαγή δικηγόρου, τότε αυτή θα πρέπει να επιτυγχάνεται ύστερα από εξέταση του αιτήματος του από το αρμόδιο Δικαστήριο, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει εύλογος λόγος. Για παράδειγμα, το φυσικό πρόσωπο που ζητεί την αντικατάσταση δικηγόρου, ο οποίος διορίστηκε στα πλαίσια της διαδικασίας νομικής αρωγής, θα πρέπει να αναφέρει και να παρουσιάσει στοιχεία ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου ούτως ώστε να μπορεί να πετύχει η αντικατάσταση του ήδη διορισμένου δικηγόρου. Περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να επιτύχει η αντικατάσταση δικηγόρου είναι μεταξύ άλλων και η πιθανή διαφωνία στον χειρισμό της υπόθεσης, σύγκρουση συμφερόντων, αποτυχία επαρκούς άσκησης καθηκόντων του δικηγόρου, έλλειψη γνώσεων λόγω μη ειδίκευσης σε συγκεκριμένο είδος υποθέσεων, άρνηση ανάληψης συγκεκριμένων υποθέσεων λόγω ηθικών αξιών, πιθανή παραβίαση απόρρητου κ.α.
Μία άλλη πιθανή εισήγηση είναι να τεθεί μία ετήσια δικηγορική αμοιβή στους δικηγόρους στους οποίους ανατίθεται η νομική αρωγή, η οποία να μην υπερβαίνει τις €15.000. Δηλαδή, οι υποθέσεις που αναλαμβάνουν οι δικηγόροι, δεν θα υπερβαίνουν στο σύνολο τους τις €15.000 ανά έτος (το αναφερόμενο ποσό είναι απλά ενδεικτικό). Σε περίπτωση υπερβάσεως του ανώτατου ποσού αμοιβής, το επιπλέον ποσό δεν θα καταβάλλεται στον δικηγόρο, εκτός σε περιπτώσεις όπου πρόκειται για πολυήμερη δικαστική διαδικασία. Τέλος, ο υπολογισμός της συνολικής ετήσιας αμοιβής θα μπορούσε να γίνεται από την πρώτη μέρα του νέου δικαστηριακού έτους, ήτοι από την 1η Σεπτεμβρίου εως και την 1η Σεπτεμβρίου του επόμενου έτους.
Μετά από το τελευταίο σκάνδαλο των χρυσών διαβατηρίων που συγκλόνισε την Κυπριακή Δημοκρατία και όχι μόνο, είμαστε πλέον βέβαιοι ότι η διαφάνεια σε κρατικές ενέργειες είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ευδοκιμήσει και να αποφέρει επιτέλους καρπούς, η ξεχασμένη έννοια του Κράτους Δικαίου. Ο Γενικός Ελεγκτής έχει αρμοδιότητα αλλά και υποχρέωση, βάση και των Α.115-117 του Συντάγματος, να λάβει δραστικά μέτρα και να προβεί στους απαραίτητους ελέγχους.
Η αναλογικότητα αποτελεί βασική αρχή της νομολογίας του ΕΔΔΑ. Σύμφωνα και με τις πιο πάνω εισηγήσεις, ένα ατομικό δικαίωμα μπορεί να συνδυαστεί και με ένα περιορισμό αυτού. Η αποτελεσματικότητα της δικαστικής διαδικασίας είναι θεμελιώδης στόχος του Συντάγματος καθώς η απρόσκοπτη ροή της δικαιοσύνης δεν είναι λιγότερο σημαντικός συνταγματικός στόχος από την διαφύλαξη των θεμελιώδη δικαιωμάτων.
Κρίνεται σκόπιμο λοιπόν να αναφερθεί, ότι θα πρέπει να ενσωματωθούν ρυθμίσεις και για τον έλεγχο των δικηγόρων/δικηγορικών γραφείων, που σήμερα, εκμεταλλευόμενοι τον πολίτη και το νομικό κενό που υπάρχει σε αυτόν τον τομέα, λειτουργούν ως αμιγώς εισπρακτικές εταιρείες, χωρίς ωστόσο να μπορούν να ελεγχθούν από τις αρμόδιες αρχές. Η επιβολή κυρώσεων, για την επιβολή των οποίων αρμόδιο όργανο είναι το οικείο πειθαρχικό όργανο, πιθανόν να παρεμποδίσει συμπεριφορές όπως τις ανωτέρω.
Είναι ολοφάνερο ότι η σημερινή κατάσταση σε σχέση με τις νομικές αρωγές είναι αποτέλεσμα και διαφόρων κυκλωμάτων, όπως έχει κατ’ επανάληψη αναφερθεί σε δηλώσεις των αρμόδιων προσώπων που έχουν άμεση πρόσβαση στις έρευνες που έχουν διεξαχθεί πριν αρκετά πλέον χρόνια. Είναι αισθητά αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο συγκεκριμένη μερίδα δικηγόρων αναλαμβάνει νομικές αρωγές και αδιαμφησβήτητα ο τρόπος αυτός θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως άγρα πελατών. Είναι επίσης αισθητά αντιληπτή και η τεχνική που χρησιμοποιούν τόσο υπάλληλοι του Δικαστηρίου, όπως παραδείγματος χάρη οι κλητήρες, οι μεταφραστές κ.λ.π. αλλά ακόμη και οι Αστυνομικές Διευθύνσεις προκειμένου να προωθήσουν συγκεκριμένους δικηγόρους, πολλές φορές και εν αγνοία του πελάτη. Συγκεκριμένα, το 2014, στην Εφημερίδα « Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», ο τότε Πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών, κος. Γιώργος Γεωργίου δήλωσε ότι σε αυτά τα Αστυνομικά τμήματα, κάποιοι εκμεταλλεύονται τις γνωριμίες, είτε τις συγγένειες, είτε τις φιλίες και τις διαπλοκές μεταξύ τους ώστε συγκεκριμένα δικηγορικά γραφεία να λαμβάνουν την μερίδα του λέοντος των υποθέσεων των νομικών αρωγών και να τυγχάνουν επιλογής για νομική αρωγή από αλλοδαπούς, οι οποίοι δεν γνωρίζουν να διαβάσουν τον κατάλογο δικηγόρων. Μάλιστα, αυτά τα δύο γραφεία που είχε τότε καταγγείλει η βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, δεν ήταν καν στον κατάλογο που ετοιμάζει ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος. Περαιτέρω, μετά λύπης παρατηρήθηκε ότι οι εν λόγω δικηγόροι απολάμβαναν τις δεκάδες χιλιάδες ευρώ που λάμβαναν χωρίς βέβαια να υποβάλλουν φορολογικά τιμολόγια για την πληρωμή των εξόδων τους και με αποτέλεσμα να μην καταβάλλεται το Φ.Π.Α. Ο καταμερισμός των υποθέσεων είναι τόσο στοχευμένος και εις βάρος άλλων δικηγορικών γραφείων, ώστε τα 2/3 του ενός εκατομμυρίου του προϋπολογισμού της δικαστικής υπηρεσίας να μοιράζεται μεταξύ 4-5 δικηγορικών γραφείων, από τους 900 που είναι στους καταλόγους.
Περαιτέρω, ο τότε βουλευτής του ΔΗΚΟ, Γιώργος Προκοπίου ανέφερε ότι συγκεκριμένο ζευγάρι δικηγόρων, πήρε από το κράτος για έξι χρόνια 460.000 ευρώ, δηλαδή 77.000 τον χρόνο. Τα ονόματα δικηγόρων/δικηγορικών γραφείων καθώς και οι αμοιβές αυτών θεωρώ άσκοπο και αχρείαστο να αναφερθούν καθώς αυτά υπάρχουν γραπτώς έπειτα από τις έρευνες που διεξήχθησαν το 2014.
Έχει παρατηρηθεί επίσης, το γεγονός ότι οι νομικές αρωγές παρέχονται κυρίως σε αλλοδαπά πρόσωπα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Σύμφωνα με τις δηλώσεις του κου. Δώρου Ιωαννίδη σε δημοσίευμα της εφημερίδας «ΑΛΗΘΕΙΑ» το 2014, οι αλλοδαποί πριν έρθουν στην Κύπρο γνωρίζουν ποιους δικηγόρους θα επιλέξουν για τη δωρεά νομική εκπροσώπηση τους στο Δικαστήριο. Και αυτό γιατί φροντίζει να τους ενημερώσει το κύκλωμα. Σύμφωνα κιόλας με τον τότε βουλευτή των Οικολόγων, κο. Γιώργο Περδίκη, «υπάρχει διαπλοκή και βρώμα», αφού εισαγγελέας της αστυνομίας φέρεται να μεσολαβεί για να ανατίθενται υποθέσεις νομικής αρωγής σε συγκεκριμένο δικηγορικό γραφείο που ανήκει σε πρόσωπο του περιβάλλοντος του.
Την θέση μου σε σχέση με την προσέγγιση αλλοδαπών προσώπων από μερίδα δικηγόρων, έρχεται να ενισχύσει και η έρευνα που επιχείρησε να διεξάγει το ΣΙΓΜΑ στο προαύλιο του Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας το 2021, η οποία κάνει λόγο ακόμα και για εμπλοκή δημόσιων λειτουργών καθώς και μεταφραστών, οι οποίοι κιόλας φαίνονται να χρηματίζονται, με αποτέλεσμα να στήνεται μια ολόκληρη βιομηχανία κερδοσκοπίας. Συγκεκριμένα, δικηγόροι με αντιπρόσωπους στον χώρο του Δικαστηρίου, αναλαμβάνουν να διαχειριστούν και να αναλάβουν υποθέσεις νομικών αρωγών και ταυτοχρόνως πληρώνονται από τους αιτητές. Ακόμη πιο συγκλονιστικό είναι και το γεγονός ότι στον βωμό του κέρδους και της εκμετάλλευσης, παροτρύνουν και/ή συμβουλεύουν και/ή υπόσχονται στα αλλοδαπά πρόσωπα ακόμα και εικονικούς γάμους για να διασφαλίσουν το χαρτί της παραμονής αιτητών στην Κύπρο. Είναι γεγονός ότι τα κυκλώματα αυτά, όχι μόνο λαμβάνουν «μαύρα» χρήματα συντηρώντας το μεταναστευτικό, αλλά «ευθαρσώς» διαμαρτύρονται και/ή προασπίζονται τα δικαιώματα των μεταναστών, τα οποία οι ίδιοι καταλύουν. Παρόλα αυτά, τέτοιου είδους συμπεριφορές θα λάβουν τέλος εάν το σύστημα των νομικών αρωγών τύχει ριζικής μεταρρύθμισης και εφαρμοστούν νέες εκσυγχρονισμένες πρακτικές.
Ένα άλλο κενό που υπάρχει στον ως άνω αναφερόμενο Νόμο, είναι και οι αμοιβές των δικηγόρων ένεκα υπολογισμού από τον Πρωτοκολλητή. Πολύ συχνά παρατηρείται αποκοπή στις αμοιβές των δικηγόρων, χωρίς όμως να υπάρχει οποιαδήποτε πρόνοια που να αφορά την υποβολή καταλόγου εξόδων, τον τρόπο υπολογισμού του, καθώς και την έγκριση του. Δηλαδή, όχι μόνο είναι ξεκάθαρο το κενό που διαπιστώνεται στον Νόμο αλλά και στους Περί Νομικής Αρωγής Κανονισμούς, αλλά δεν υπάρχει και οποιαδήποτε νομοθετική και δικονομική πρόνοια, με την οποία να δίνεται άδεια για καταχώρηση έφεσης με σκοπό την αμφισβήτηση της ορθότητας του υπολογισμού των εξόδων νομικής αρωγής.
Υπήρξαν και στο παρελθόν ευκαιρίες για τον καθορισμό κανόνων για την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος, συνδεόμενη άρρηκτα και με την αμοιβή των δικηγόρων, χωρίς όμως οριστικές μεταρρυθμίσεις.
Είναι βέβαιο ότι ενδεχομένως να υπάρχουν και άλλες πιθανές λύσεις, αλλά δεν είμαστε οι αρμόδιοι για να τις εφαρμόσουμε. Παρόλα αυτά, αυτό δεν μας εμποδίζει και από το να εισηγηθούμε μερικές από αυτές, ούτως ώστε το φλέγον αυτό θέμα, να τύχει εξέτασης.
Έπειτα από την ανάγνωση αυτού του άρθρου, μπορεί ένας πολίτης να αναρωτηθεί εάν πρόκειται για μονοπώλιο; Για ανατολίτικο παζάρι; Για πολιτική ανοχή; Για παρανομία εις βάρος ανθρώπων αλλά και εις βάρος μιας ολόκληρης χώρας; Θαρρώ η απάντηση είναι μία. Το ζήτημα είναι κρίσιμο και παρόλο που έχει συζητηθεί αμέτρητες φορές, παρατηρούμε ότι τελικά ακόμα δεν εφαρμόζεται στην πράξη αυτή η πολυπόθητη ισότητα ενώπιον της Δικαιοσύνης. Ως δικηγόροι μαχόμαστε με σθένος για την προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ενδεχομένως, να είναι η στιγμή να παλέψουμε και για τα δικά μας δικαιώματα.
[To άρθρο αυτό έχει σταλεί μέσω τηλεομοιότυπου και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον Πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, στο Υπουργείο Οικονομικών, στην Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, στην Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στον Πρόεδρο Επιτροπής Νομικών καθώς και στο Γραφείο του Γενικού Ελεγκτή. Περαιτέρω, το άρθρο αυτό έχει κοινοποιηθεί και στην Υπουργό Δικαιοσύνης και σε όλους τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων και αναμένεται η άμεση ανταπόκριση ως προς το ενδεχόμενο αλλαγή της επικείμενης νομοθεσίας, ήτοι τον Περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002 (Ν. 165(I)/2002)].
*Ευθυμίου Θάλεια, Δικηγόρος